Έρευνα της Πνευμονολογικής Κλινικής του Πανεπιστημίου Θεσσαλίας για την αξιοπιστία των τεστ αυτοδιάγνωσης
Σκοπός της έρευνας ήταν η αξιολόγηση της αυτοδιάγνωσης μέσω των γρήγορων τεστ, κατά την πανδημία της COVID-19. Η έρευνα πραγματοποιήθηκε μέσω κοινοποιήσεων διαδικτυακού ερωτηματολογίου στα μέσα κοινωνικής δικτύωσης, με την υποστήριξη του καθηγητή Πνευμονολογίας και διευθυντή της Πνευμονολογικής Κλινικής του Πανεπιστημίου Θεσσαλίας κ. Κωσταντίνου Γουργουλιάνη.
Πώς προέκυψε αυτή η έρευνα
«H αυτοδιάγνωση μέσω γρήγορων διαγνωστικών εργαλείων θεωρείται το μέλλον της διάγνωσης, όπως για παράδειγμα το τεστ εγκυμοσύνης ή οι γρήγοροι μετρητές σακχάρου. Τα διάφορα διαγνωστικά τεστ, ωστόσο, δεν μπορούν να υποκαταστήσουν την διάγνωση, και ιδίως σε νοσήματα, που απαιτούν εκτός από εργαστηριακά δεδομένα, ένα συνδυασμό και του ιστορικού του ασθενούς, της κλινικής εικόνας αλλά και των ακτινολογικών εξετάσεων. Όμως, η πανδημία της COVID-19 ανέδειξε την ανάγκη γρήγορης αναγνώρισης των φορέων του κορονοιού, μέσω της αυτοδιάγνωσης, ώστε να απομονώνονται άμεσα και να προλαμβάνεται η μετάδοση του ιού. Βέβαια, έχουν υπάρξει αρκετά ζητήματα γύρω από τα self-test, με κυριότερο την ορθή χρήση αυτών», αναφέρει η κα Δήμητρα Μουλιού, Βιοχημικός-Βιοτεχνολόγος και υπεύθυνη της έρευνας.
«Η πανδημία COVID-19 αύξησε σημαντικά τον φόρτο εργασίας των νοσοκομείων. Τα τμήματα επειγόντων περιστατικών δέχθηκαν μεγάλη πίεση, καθώς έπρεπε να διαγνώσουν άμεσα τη νόσο, ιδίως σε βαρέως πάσχοντες ασθενείς. Εκτός από τη μαζική αυτοδιάγνωση μέσω των τεστ, που αποτελεί μια πρωτόγνωρη διαδικασία, θελήσαμε να μελετήσουμε τη γνώμη των ασθενών για τα τμήματα επειγόντων περιστατικών, που αποτελούν την πρώτη γραμμή της μάχης ενάντια στον κορονοϊό. Η ανάδειξη της γνώμης των πολιτών είναι πολύτιμη, και μπορεί να οδηγήσει σε περαιτέρω βελτίωση της λειτουργίας τους», αναφέρει ο επίκουρος καθηγητής Επείγουσας Ιατρικής, κ. Ιωάννης Πανταζόπουλος.